Πρώτη σελίδα
 
 Curriculum vitae
 Ημερολόγιο
 
 Ποιητικά
 Δοκίμια & άρθρα
 Μεταγραφές
 Συνεντεύξεις
 Τα επικαιρικά
 Ατάκτως ερριμμένα
 
 Κ.Κ. in Translation
 Εικονοστάσιον
 
 Ξενώνας
 Έριδες
 Florilegium
 
 
 Συνδεσμολόγιο
 Impressum
 Γραμματοκιβώτιο
 Αναζήτηση
 
 
 
 
 
 
 

 

 


 Δοκίμια & άρθρα

Ο Μπιροττώ, ο Μπόρκμαν κι εμείς
ΝΥΞΕΙΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΒΑΘΥΤΕΡΗ ΣΧΕΣΗ





ΕΜΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ των βιοτικών μελημάτων, εμπρός σε ό,τι ονομάζουμε σήμερα, με την ευρεία του έννοια, "οικονομία", η λογοτεχνία στάθηκε απ' την αρχή διδακτική. Να νουθετήσουν ήταν ο σκοπός των ησιόδειων Έργων και Ημερών, λ.χ., μεσούσης της αρχαϊκής εποχής. Αργότερα, με την εκδίπλωση του άστεως, τον καταμερισμό της εργασίας και την ανάπτυξη της παραγωγής, το βάρος της διδαχής θα μετατοπιστεί: απ' τα καθέκαστα του βιοπορισμού θα πέσει στην ηθική καθοδήγηση. Νέες επιταγές θα διατυπωθούν, κανόνες που απηχούν πιο εκλεπτυσμένες και δυναμικές ιεραρχίες και σχέσεις. Βαθιά ηθική, για παράδειγμα, είναι η κριτική του Οράτιου στην τρυφή και την απληστία του αιώνα του. Κι ακόμη, η ανάλογου ύφους ενασχόληση τόσων και τόσων συγγραφέων των Μέσων και των Νέων Χρόνων με τη φιλοχρηματία, την κερδοσκοπία, το κυνήγι του πλουτισμού.

Ο τόνος της χρηστομάθειας δεν λείπει και από κείμενα κατά τ’ άλλα περιγραφικά, διαγνωστικά της κατάστασης των ηθών. Οι στίχοι του Φράιντανκ, Γερμανού λυρικού που έγραψε στις αρχές του 13ου αιώνα, είναι χαρακτηριστικοί:

 
Οι έρωτες και τα λεφτά
 Πήραν του κόσμου τα μυαλά·
 Μα πάνω κι απ’ τον έρωτα
 Οι πιο πολλοί έχουν τον παρά.
 Τι κι αν γυναίκα και παιδί αγαπούν;
 Το χρήμα πιο πολύ το προτιμούν.
 Ένα ’χει ο άντρας κατά νου:
 Το κέρδος πάντα και παντού.

Χαρακτηριστική είναι μια επιστολή του Πετράρχη για το χρυσάφι και τη δύναμή του. Παραθέτω μια μεγάλη περικοπή για την ομορφιά της:

Σε μας, φίλε, είναι τα πάντα από χρυσό: οι ασπίδες και τα δόρατα, οι αλυσίδες και τα στέμματα. Ο χρυσός μάς ενώνει και μας συγκρατεί. Ο χρυσός μάς κάνει πλούσιους και φτωχούς, ελεεινούς κι ευδαίμονες. Ο χρυσός εξανδραποδίζει τους ελεύθερους και απελευθερώνει τους ηττημένους. Καταδικάζει τους αθώους και απαλλάσσει τους ενόχους. Δίνει μιλιά στους μουγγούς και βουβαίνει τους ευφραδέστερους ρήτορες… Ο χρυσός κάνει τους σκλάβους βασιλείς και τους βασιλείς σκλάβους. Κάνει τους τολμηρούς λιγόψυχους και εγκαρδιώνει τους περιδεείς. Καταπλακώνει μ’ έγνοιες τους άεργους και αποχαυνώνει τους οτρηρούς. Αρματώνει τους απόλεμους και ξεγυμνώνει τους πάνοπλους. Τιθασσεύει τους ακαταδάμαστους αρχηγούς. Ρίχνει σε στεναχώρια έθνη μεγάλα...

Γι’ αυτό κι οι πλούσιοι εξέχουν στο κράτος και ο λόγος τους τιμάται. Τους φτωχούς ωστόσο ο κόσμος δεν τους εμπιστεύεται, επειδή τους λείπει το χρήμα. Και αληθεύει ο στίχος του σατιρικού : "Τιμή και υπόληψη διαθέτει / όποιος χρήμα έχει στην τσέπη"...

Τέλος –απρόθυμα τ’ ομολογώ, όμως η αλήθεια με αναγκάζει– όχι μόνο ισχυρό, πανίσχυρο είναι σχεδόν το χρυσάφι και όλα υπό τον ουρανό υποτάσσονται στην εξουσία του. Ώς και η ευσέβεια και η αιδώς και η πίστη, με δυο λόγια: κάθε αρετή και κάθε φήμη αναγνωρίζουν την κυριαρχία του χρυσού πάνω τους. Ώς και στις αθάνατες ψυχές μας επάνω, ο θεός να με κολάσει, το λαμπερό αυτό μέταλλο ασκεί την ηγεμονία του. Ο χρυσός κρατάει πισθάγκωνα δεμένους ποντίφηκες και μονάρχες. Συμφιλιώνει θεούς ή –όπως μερικοί διατείνονται– και ανθρώπους ακόμη. Τίποτα δεν του αντιστέκεται. Τίποτα δεν είναι για κείνον ανέφικτο.

Ep. de reb. famil., Lib. XX, Ep. I.


Στα καθ’ ημάς, μπορεί ν’ ανατρέξει κανείς στην ασυγκράτητη πλην όχι άτερπνη μούσα ενός Καισάριου Δαπόντε:

ανάθεμα τα άσπρα μας· άσπρα, ανάθεμά σας·

ανάθεμά σας και εσάς μαζί και τ’ όνομά σας·

άσπρα όπου μαυρίζετε ανθρώπων τες καρδίες,

και τες ψυχές φλογίζετε με φλόγες αιωνίες·

φιλαργυρία, όχεντρα αναθεματισμένη·

φιλαργυρία, λάμια λαοκαταραμένη·

φιλαργυρία, λέαινα, θηρίον αιμοβόρον·

φιλαργυρία, λύκαινα, θηρίον ψυχοφθόρον·

φιλαργυρία, θύγατερ, κόρη του διαβόλου·

φιλαργυρία, των κακών μάνα του κόσμου όλου…

Κήπος χαρίτων, ΙΑ΄


***


Απ' το διδακτικό έπος της Αρχαίας Ελλάδας ώς τον σκωτικό Διαφωτισμό του Άνταμ Σμιθ, ηθική και οικονομία συνθέτουν έναν κόσμο ενιαίο. Η οικονομία είναι έμπρακτη, εφαρμοσμένη ηθική. Και οι δύο αναπτύσσονται ομόρροπα, υπακούουν σε καθηκοντολόγιο κοινό. Aρχαίοι, χριστιανοί, Nεώτεροι συμπίπτουν επειδή βλέπουν στην ηθικά επιλήψιμη διαγωγή ένα στίγμα λίγο πολύ ατομικό. Είτε είναι ψεγάδι εξ υπαρχής ενδιάθετο στην ανθρώπινη φύση είτε είναι έξωθεν πονηρός πειρασμός, το "κακό" περνάει αδήριτα μέσα από το εγώ. Η μεταμέλεια, ο κολασμός, για να είναι καν δυνατός, προϋποθέτει ότι η ευθύνη είναι προσωπική. Ότι καθένας είναι υπόλογος για τις πράξεις του.

Με τις πολιτικές κοσμοθεωρίες που γέννησε η Γαλλική Επανάσταση, ο φακός θα επανεστιαστεί. Στο φως έρχονται πλέον οι κοινωνικές ρίζες που επικαθορίζουν την ηθική άρα και την οικονομική συμπεριφορά. Η απληστία, λ.χ., και τα παρεπόμενά της παύουν πια να θεωρούνται κουσούρια του ενός. Η νέα αισιόδοξη αντίληψη για την πορεία του ανθρώπου δεν παραδέχεται καν το "κακό" ως καθολική σταθερά. Δεν είναι η φύση των πραγμάτων που το γεννά δηλαδή αλλά το "σύστημα", ο τρόπος οργάνωσης της πολιτείας και της παραγωγής. Και εννοείται, αυτός ο τρόπος και μπορεί και οφείλει ν' αλλάξει. Η ατομική μετάνοια πλέον δεν αρκεί, ίσως δεν έχει καν νόημα. Η θεραπεία του κακού οφείλει να είναι συλλογική.

Όπως είναι επόμενο, και στη λογοτεχνία τη θέση της παλιάς ηθικής χρηστομάθειας παίρνει πλέον η κοινωνική κριτική. Ποιητές, πεζογράφοι, δραματουργοί πλέον κρίνουν οι ίδιοι, και επικρίνουν, και ιδεολογούν. Αμίμητοι είναι οι στίχοι του Αχιλλέα Παράσχου, λ.χ., με τους οποίους τη δεκαετία του 1870 θα κατακεραυνώσει την ανάδυση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στην Ευρώπη:

Κ’ έπεσαν, όλα έπεσαν. Το παν εις τέφραν κείται.

Υψούνται μόνον τράπεζαι και μόνον τραπεζίται.


Ο Παράσχος ανήκει ακόμη στους νοσταλγούς. Η ουτοπία του είναι αναδρομική, το "παν" που υποφέρει στα μάτια του, είναι η παλιά εξωραϊσμένη τάξη του πνεύματος και της πίστης. Τραπεζίτες και τράπεζες είναι οι φορείς κατ' εξοχήν της νέας υλοφροσύνης που εξαερώνει το ευγενές παρελθόν μεταλλάσσοντάς το σε σχέσεις και ήθη συναλλακτικά. Μέσα απ' την κριτική του, φτάνει ώς εμάς ο απόηχος του Ancien Régime, προανακρούονται όμως και οι αυριανοί τιμητές του νέου καθεστώτος. Η συγκινητική ιερεμιάδα του Πάουντ, λ.χ., κατά των πιστωτικών θεσμών ("Με την τοκογλυφία, / δεν φτιάχνουν οι άνθρωποι σπίτια γερά…"), για παράδειγμα. Ή η οργίλη πολεμογραφία του Μπρεχτ ("Τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας εμπρός στην ίδρυσή της;"). Ο παλαιορομαντικός, ο ακροδεξιός, ο μαρξιστής εδώ συμπλέουν, επιστρατεύουν κοινά επιχειρήματα γιατί και το αντίπαλο δέος τους είναι κοινό: ο καπιταλισμός. Προς όποια κατεύθυνση πάντα, κοινή είναι η επιθυμία της υπέρβασής του.


* * *


Υπάρχουν όμως και "οικονομικά" κείμενα της νεώτερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας που δεν είναι ιδεολογικά. Που δεν επαγγέλονται άρση οριστική των δεινών ούτε αναλώνονται σε ουτοπικές εικασίες. Ξεκινώντας από τη μελέτη μιας μεμονωμένης περίπτωσης, τη βιογραφία του ήρωά τους, κάποια απ' αυτά ξαναπιάνουν το προνεωτερικό νήμα του στοχασμού πάνω στο πεπρωμένο του ανθρώπου, αφού πρώτα το αναπροβάλουν στο φόντο ενός πρωτόγνωρου για τη λογοτεχνία αναλυτικού ρεαλισμού. Δείγματα τέτοια, τα κορυφαία τους είδους τους, είναι ο Καίσαρας Μπιροττώ, το ακμαίο μυθιστόρημα του Μπαλζάκ (1837), και ο Ιωάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν, το όψιμο δράμα του Ίψεν (1896).

Ο Μπιροττώ και ο Μπόρκμαν ως χαρακτήρες δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο αντίθετοι. Ο πρώτος, ο αρωματοποιός, είναι χρεοκόπος· ο δεύτερος, ο τραπεζίτης, καταχραστής. Ο πρώτος αφήνει άλλους να τον παρασύρουν και με τ' ανοίγματά του ζημιώνει μεν τους πιστωτές του, πάνω απ' όλους όμως τον εαυτό του. Ο δεύτερος συμπαρασύρει εκείνος στην καταστροφή τους άλλους, την πελατεία του όλη που τον εμπιστεύθηκε. Τον ένα, η πτώση τον συνταράσσει αλλά και τον κινητοποιεί. Έτσι μεταμελείται ολόψυχα και μολονότι οι όροι του πτωχευτικού συμβιβασμού τον προστατεύουν, αφιερώνει όλο το υπόλοιπο της δύσκολης ζωής του στην προσπάθεια να αναστηλώσει την προσωπική και επαγγελματική του αξιοπιστία. Τον άλλο, και μετά από οχτώ χρόνια φυλάκιση, το ναυάγιο τον παραλύει. Αμετανόητος ώς το τέλος, μέμφεται όχι τον εαυτό του αλλά τους άλλους που παρεξήγησαν τάχα τα οράματά του. Εκεί που ο Μπιροττώ πετυχαίνει με τον αγώνα του το αδύνατο, να εξοφλήσει στο ακέραιο ακόμη και τις παραγεγραμμένες του οφειλές, ο Μπόρκμαν, άπρακτος και μνησίκακος, ονειροπολεί απλώς μια αποκατάσταση εν θριάμβω. Και οι δυο πεθαίνουν στο τέλος του έργου, αλλά με τι διαφορά: ο ένας όρθιος ηθικά, ο άλλος τελεσίδικα πεσμένος.

Μπόρκμαν και Μπιροττώ είναι δυο πρόσωπα καθ' όλα οικεία μας. Πατούν στον 19ο αιώνα, όμως ο κόσμος τους είναι πάντα ο δικός μας κόσμος. Αυτό που τους συνδέει τόσο αναμεταξύ τους όσο και με μας, τους περιπατητές του αβέβαιου τώρα, είναι το απόλυτο είδωλο της Ευκαιρίας, η αδημονία του κέρδους και του πλουτισμού, το ρίγος εμπρός στο ιερό έπαθλο της Επιτυχίας. Τα κίνητρά τους διαφέρουν στην αρχή, αλλά στην πορεία η διαφορά εξατμίζεται, το μέσο γίνεται σκοπός κι εμπρός σ' αυτόν, τον τελικό σκοπό, κάθε διερώτηση για τη μορφή του μέσου απαξιώνεται και παραμερίζεται και λησμονείται. Το 14ο κεφάλαιο του βιβλίου του Μπαλζάκ, που επιγράφεται "Γενική ιστορία της πτωχεύσεως", ισχύει για όλες τις χρεοκοπίες διαχρονικά, ιδιωτικές και συλλογικές, επιχειρήσεων και κρατών, για όλα τ' αμέτρητα τερτίπια και τις μηχανές τους. Και η άρνηση του ιψενικού ήρωα να αντιμετρηθεί με το βάρος των πράξεών του, η ψυχική φυγή του απ' την πραγματικότητα, μας δίνει ένα βαθύ διαχρονικό πορτραίτο του εθελότυφλου: του ανθρώπου που είναι έτοιμος να μεμφθεί το καθετί, φτάνει μόνο να μη δει το πρόσωπό του στον καθρέφτη της ευθύνης.


Πρώτη δημοσίευση:

περ. Πλανόδιον, Ιούνιος 2012


[ 11. 11. 2011 ]


Content Management Powered by UTF-8 CuteNews

© Κώστας Κουτσουρέλης